Θυατείρων 3, Νέα Σμύρνη / 3, Thiatiron Str. 171 21, Nea Smirni

Άλλες εξετάσεις
στο σπέρμα

Μην κάνετε εξετάσεις σπέρματος που δεν κρίνονται απαραίτητες από τον ανδρολόγο

Οξειδωτικό στρες σπέρματος

Όταν υπάρχει μόλυνση, προκαλείται ερεθισμός και φλεγμονή. Συγκεντρώνεται πύον και τα κύτταρα της άμυνας του οργανισμού πολεμούν αυτόν που προκάλεσε τη μόλυνση. Στη «μάχη» αυτή, παράγονται τοξικές ουσίες, όπως ελεύθερες ρίζες οξυγόνου (reactive oxygen species ή ROS), οι οποίες οξειδώνουν τα κύτταρα της περιοχής. Σκεφτείτε τώρα μια μόλυνση των γεννητικών οργάνων του άντρα, η οποία να έχει φτάσει μέχρι την επιδιδυμίδα, δηλαδή τον τόπο όπου ωριμάζουν και φυλάσσονται τα σπερματοζωάρια. Οι ελεύθερες ρίζες οξυγόνου που παράγονται, προκαλούν οξειδωτικό στρες στα σπερματοζωάρια. Επειδή υπάρχει το οξειδωτικό στρες αυτό, μπορεί να προκληθούν κατατμήσεις στο DNA των σπερματοζωαρίων, τα σπερματοζωάρια να μην ωριμάζουν σωστά και άρα να παρουσιάζουν ανώμαλη μορφολογία, να επηρεαστεί η κινητικότητά τους, να αυξηθεί το ποσοστό των ακίνητων σπερματοζωαρίων και συνεπώς να μειωθεί συνολικά η γονιμοποιητική ικανότητα του σπέρματος. Όπως είναι λογικό, η φλεγμονή και το οξειδωτικό στρες θα παραμείνουν ως ένα βαθμό και μετά τη θεραπεία της μόλυνσης με αντιβιοτικά, μέχρι την πλήρη ανάρρωση. Ο χρόνος αυτός είναι διαφορετικός από άτομο σε άτομο, άλλα συνήθως ένα μήνα μετά την αντιβιοτική αγωγή τα όργανα έχουν επανέλθει στη φυσιολογική λειτουργία τους και οι παράμετροι του σπέρματος θα πρέπει να έχουν βελτιωθεί.

O έλεγχος για οξειδωτικό στρες στο σπέρμα γίνεται με το NBT test, δηλαδή τη δοκιμασία που χρησιμοποιεί μια ουσία, την ΝΒΤ (nitroblue tetrazolium), για να προσδιοριστεί η παραγωγή ελεύθερων ριζών οξυγόνου (ROS).

Εναλλακτικώς, αντί για τις ελεύθερες ρίζες οξυγόνου, μπορεί κανείς να μετρήσει άλλες ουσίες που παράγονται στον τόπο που υπάρχει μόλυνση, από κάποια άλλα κύτταρα της άμυνας του οργανισμού. Αυτές είναι η ελαστάση των κοκκιοκυττάρων και η ιντερλευκίνη-6.

Μια μόλυνση στο σπέρμα φαίνεται και από την παρουσία πυοσφαιρίων, η οποία διαπιστώνεται με χρώση για την ταυτοποίηση των στρογγυλών κυττάρων.

Συνοψίζοντας, είτε το αποκαλέσει κανείς οξειδωτικό στρες σπέρματος, είτε μέτρηση ελευθέρων ριζών οξυγόνου, είτε NBT test στο σπέρμα, είτε μέτρηση ελαστάσης κοκκιοκυττάρων, είτε ταυτοποίηση στρογγυλών κυττάρων, είτε έλεγχο φλεγμονών, στην ουσία πρόκειται για εξετάσεις σπέρματος που αποβλέπουν στον έλεγχο παρουσίας κάποιας φλεγμονής.

Το σημαντικό λοιπόν δεν είναι το πώς θα διαγνωστεί η φλεγμονή (οξειδωτικό στρες), αλλά να βρεθεί η αιτία που την προκαλεί, ώστε ο ουρολόγος να συστήσει την κατάλληλη θεραπεία και να βελτιωθεί το σπέρμα. Αντί λοιπόν για ειδικές εξετάσεις σπέρματος υψηλού κόστους, που δεν λένε ποιό μικρόβιο προκαλεί τη φλεγμονή, είναι προτιμότερο να γίνεται  πλήρης μικροβιολογικός έλεγχος κάθε φορά που κατά την ανάλυση σπέρματος παρατηρούνται ενδείξεις μόλυνσης. Άλλωστε, το andro-test από μόνο του δείχνει αν υπάρχει φλεγμoνή, χωρις να χρεωθεί ο εξεταζόμενος ειδικές εξετάσεις.

Οι ειδικές αυτές εξετάσεις σπέρματος περιγράφουν μόνο το αποτέλεσμα, όχι την αιτία που το προκαλεί. Άρα, ο εξεταζόμενος θα χρεωθεί αδίκως και ο ουρολόγος δεν θα πάρει κάποια πληροφορία που θα τον βοηθήσει να διορθώσει το πρόβλημα. Για το λόγο αυτό η SPERMLAB προτιμά να διερευνά τα πραγματικά αίτια.

Δυστυχώς, έχουμε αντιληφθεί ότι τις παραπάνω ειδικές εξετάσεις σπέρματος τις συνιστούν συχνά οι γυναικολόγοι, σε μια απόπειρα να δικαιολογήσουν στο ζευγάρι την αποτυχία μιας εξωσωματικής ή ακόμη για να προσποιηθούν ότι ψάχνουν περισσότερους παράγοντες σε ένα υπογόνιμο ζευγάρι. Όλοι καταλαβαίνουμε ότι ένας γυναικολόγος δεν μπορεί να εξηγήσει γιατί ένα σπέρμα είναι αδύναμο. Η αιτία μπορεί να είναι συνήθως μια μόλυνση (που προκαλεί και οξειδωτικό στρες), αλλά δεν αποκλείεται να είναι και ένας καρκίνος των όρχεων ή μια μεγάλου βαθμού κιρσοκήλη. Όλοι συμφωνούμε ότι ο γυναικολόγος δεν μπορεί να εξετάσει αν ο άντρας έχει καρκίνο στους όρχεις ή ερεθισμένο προστάτη (προστατίτιδα). Για το λόγο αυτό…

Η SPERMLAB συνιστά στους εξεταζόμενους να συμβουλεύονται τον ουρολόγο τους πριν κάνουν κάποια από τις παραπάνω εξετάσεις σπέρματος. Μόνο ο ουρολόγος είναι αρμόδιος να συμβουλέψει έναν άντρα αν χρειάζεται κάποια περεταίρω εξέταση. Μόνο ο ουρολόγος μπορεί να αξιολογήσει τις εξετάσεις σπέρματος αυτές, να καταλάβει ποιο είναι το πρόβλημα και να συστήσει την κατάλληλη θεραπεία, ώστε τελικά να βελτιωθεί η ποιότητα του σπέρματος.

Τέλος, θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι οι εξετάσεις αυτές εκτιμούν το οξειδωτικό στρες στο σπερματικό υγρό, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι έχουν επηρεαστεί τα σπερματοζωάρια. Αντιθέτως, η εξέταση για την κατάτμηση DNA εξετάζει αν έχουν όντως προκληθεί βλάβες στο DNA των σπερματοζωαρίων.

Βιοχημικοί δείκτες σπέρματος

Το σπερματικό υγρό περιέχει διάφορες χημικές ουσίες, η κάθε μία από τις οποίες εκκρίνεται από διαφορετικό όργανο του ανδρικού αναπαραγωγικού συστήματος. Στην παραγωγή του σπερματικού υγρού συμβάλλουν ο προστάτης, οι σπερματοδόχοι κύστες, οι βολβοουρηθραίοι αδένες και οι επιδιδυμίδες. Επομένως, η ανάλυση των συστατικών του σπερματικού υγρού (βιοχημικοί δείκτες) μπορεί να μας δώσει χρήσιμες πληροφορίες για τη λειτουργία των παραπάνω οργάνων.

Η μέτρηση των βιοχημικών δεικτών δεν είναι πάντοτε απαραίτητη. Αν ένα όργανο δεν λειτουργεί σωστά φαίνεται ακόμη και στα φυσικοχημικά χαρακτηριστικά, όπως π.χ. το pH, το ιξώδες κ.α. Οπότε δεν χρειάζεται να χρεωθεί αδίκως ο εξεταζόμενος επιπλέον εξετάσεις σπέρματος. Μια περίπτωση στην οποία είναι χρήσιμο να μετρηθούν οι δείκτες αυτοί, είναι αυτή της απουσίας σπερματοζωαρίων στο σπέρμα. Η πολύ χαμηλή συγκέντρωση ενός δείκτη μπορεί να υποδεικνύει ότι υπάρχει μια απόφραξη του πόρου που μεταφέρει τα σπερματοζωάρια. Ωστόσο, υπάρχουν περιπτώσεις όπου οι δείκτες είναι φυσιολογικοί παρόλο που υπάρχει απόφραξη ή κάποιος δείκτης είναι χαμηλός χωρίς να υπάρχει απόφραξη.

Με άλλα λόγια οι βιοχημικοί δείκτες βοηθούν τη διάγνωση, αλλά δεν την καθορίζουν.

Οι βιοχημικοί δείκτες που χρησιμοποιούνται για την αξιολόγηση της λειτουργίας των αδένων του ανδρικού γεννητικού συστήματος είναι οι ακόλουθοι:

Για τον προστάτη, το Κιτρικό οξύ, ο Ψευδάργυρος και η Όξινη φωσφατάση.

Για τις σπερματοδόχους κύστες, η Φρουκτόζη και οι Προσταγλανδίνες.

Για τις επιδιδυμίδες, η Καρνιτίνη και η α–γλυκοσιδάση.

Ανοσολογικός έλεγχος σπέρματος

Η παρουσία των αντισπερματικών αντισωμάτων στο σπερματικό υγρό συμβάλει στην υπογονιμότητα ενός ζευγαριού. Τα αντισώματα αυτά προκαλούν συγκολλήσεις μεταξύ των σπερματοζωαρίων με συνέπεια να παρεμποδίζεται η μετακίνησή τους και έτσι να γίνεται δύσκολη η σύλληψη χωρίς ιατρική υποβοήθηση.

Αντισπερματικά αντισώματα δημιουργούνται αν για κάποιο λόγο το αίμα έρθει σε επαφή με σπερματοζωάρια. Αυτό μπορεί να συμβεί εξαιτίας κάποιου σοβαρού τραυματισμού των όρχεων ή ως συνέπεια μιας χρόνιας φλεγμονής του γεννητικού συστήματος π.χ. προστατίτιδας ή επιδιδυμίτιδας.

Ο έλεγχος αυτός γίνεται για να επιβεβαιωθεί ότι υπάρχουν αντι-σπερματικά αντισώματα, αν παρατηρηθούν συγκολλήσεις μεταξύ σπερματοζωαρίων κατά την αξιολόγηση της κινητικότητας στο μικροσκόπιο.

Καθαρισμός σπέρματος

Σε ένα υγιές σπέρμα, σχεδόν μόλις τα μισά σπερματοζωάρια κινούνται ικανοποιητικά και ακόμη λιγότερα έχουν και κατάλληλη μορφολογία ώστε να καταφέρουν να γονιμοποιήσουν ένα ωάριο. Με τον καθαρισμό σπέρματος μπορούμε να απομονώσουμε τα «γόνιμα» σπερματοζωάρια αυτά και να τα χρησιμοποιήσουμε στη συνέχεια είτε σε μια σπερματέγχυση, είτε για να γίνουν σε αυτά άλλες εξετάσεις σπέρματος, όπως π.χ. ο έλεγχος για κατατμήσεις στο DNA των σπερματοζωαρίων ή έλεγχος για ανευπλοειδίες.

Παλαιότερα, για τον καθαρισμό σπέρματος χρησιμοποιούταν ένα υλικό που πλέον έχει καταργηθεί. Το υλικό αυτό ήταν το percol και γι αυτό πολλοί έχουν συνηθίσει να αποκαλούν τον καθαρισμό σπέρματος με το όνομα αυτό.

Μακροβιότητα σπερματοζωαρίων

Τα «γόνιμα» σπερματοζωάρια που απομονώθηκαν μετά τον καθαρισμό του σπέρματος μεταφέρονται σε ένα θρεπτικό υλικό όπου μπορούν να επιβιώσουν. Φυσιολογικά, μέσα στο υλικό αυτό, το 70% των «γόνιμων» σπερματοζωαρίων μπορεί να διατηρήσει την κινητικότητά του για 18 ώρες, στους 37°C. Η μακροβιότητα των σπερματοζωαρίων στις συνθήκες του εργαστηρίου είναι διαφορετική από εκείνη που έχουν εντός της γυναίκας, όπου φυσιολογικά μπορούν να επιβιώσουν για περίπου τρεις ημέρες.

Διαφορετική είναι και η μακροβιότητα των σπερματοζωαρίων στο σπερματικό υγρό. Κατά τη σεξουαλική επαφή, τα σπερματοζωάρια μένουν στο σπερματικό υγρό για λίγα λεπτά, μέχρι να το εγκαταλείψουν για να περάσουν από τον κόλπο στο εσωτερικό της μήτρας. Είναι λάθος λοιπόν αυτό που κάνουν τα μη ειδικευμένα εργαστήρια, τα οποία μετράνε τη μακροβιότητα των σπερματοζωαρίων στο σπερματικό υγρό μετά από 2, 6, ακόμη και 12 ώρες από την εκσπερμάτωση. Οι μετρήσεις αυτές δεν έχουν καμία διαγνωστική αξία και δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.

Συνεπώς, η μακροβιότητα των σπερματοζωαρίων δεν έχει κάποια διαγνωστική αξία. Η διατήρηση της κινητικότητας των σπερματοζωαρίων εντός ειδικού θρεπτικού υλικού είναι χρήσιμη μόνο για να εφαρμοστούν στη συνέχεια άλλες εξετάσεις σπέρματος ή τεχνικές ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, όπως π.χ. η σπερματέγχυση.

Έλεγχος γονιμοποιητικής ικανότητας των σπερματοζωαρίων

Υπάρχουν πολλές εξετάσεις σπέρματος μέσω των οποίων μπορεί να ελεγχθεί η ικανότητα των σπερματοζωαρίων να γονιμοποιήσουν το ωάριο.

Μια εξ αυτών αξιολογεί την ικανότητα των σπερματοζωαρίων να «προετοιμαστούν» για την ένωση με το ωάριο. Λέγεται δοκιμασία υπερδραστηριοποίησης (hyperactivation assay) των σπερματοζωαρίων. Η ικανότητα αυτή εξαρτάται από κάποιες ουσίες που παρουσιάζονται στην επιφάνεια του σπερματοζωαρίου όταν αυτό βρεθεί κοντά στο ωάριο. Άλλες εξετάσεις σπέρματος αξιολογούν την ακεραιότητα ή την ωρίμανση του ακροσώματος, δηλ. του οργάνου που βοηθάει το σπερματοζωάριο να «τρυπήσει» το ωάριο. Η αξιολόγηση του ακροσώματος των σπερματοζωαρίων περιλαμβάνεται πάντα σε μια ανάλυση σπέρματος, όταν η ανάλυση γίνει σε ειδικευμένο εργαστήριο Σπερματολογίας. Μολύνσεις στα γεννητικά όργανα του άντρα, όπως περιγράφτηκε στην προηγούμενη παράγραφο, εμποδίζουν τη σωστή ωρίμανση των σπερματοζωαρίων, άρα και τη σωστή δομή της επιφάνειάς τους ή/και του ακροσώματος. Πριν χρόνια, χρησιμοποιούταν μια εξέταση που αξιολογούσε την κίνηση των σπερματοζωαρίων εντός της τραχηλικής βλέννας (Huhner test), δηλ. του υγρού που παράγεται από την είσοδο της μήτρας. Η εξέταση αυτή απαιτούσε τη λήψη του υγρού αυτού από το γυναικολόγο λίγη ώρα μετά την επαφή. Επειδή αφενός η διαδικασία ήταν δύσκολη για το ζευγάρι, ενώ αφετέρου η δυσκολία της κίνησης των σπερματοζωαρίων στην τραχηλική βλέννα οφείλεται σε παράγοντες που μπορούν να ελεγχθούν και με άλλους τρόπους, η εξέταση αυτή έχει χάσει πλέον την αξία της.

Γιατί το andro-test είναι επαρκές;

Η ανάλυση σπέρματος andro-test είναι μια εκτενής ανάλυση σπέρματος που περιγράφει, εκτός από τη γονιμότητα, τη γενικότερη υγεία του γεννητικού συστήματος του άντρα και γίνεται ΜΟΝΟ σε ειδικευμένα Εργαστήρια Σπερματολογίας που έχουν πιστοποιηθεί από την Ελληνική Ένωση Σπερματολογίας.
Είναι η ΜΟΝΗ ανάλυση σπέρματος που συστήνεται από τους ειδικούς για το άντρα ιατρούς, τους ουρολόγους.

Περιλαμβάνει την περιγραφή πάρα πολλών παραμέτρων του σπέρματος και των σπερματοζωαρίων παρέχοντας έτσι μια πολύ καλή εικόνα της κατάστασης του ουρογεννητικού συστήματος του άντρα. Μέσω του andro–test μπορούν να γίνουν αντιληπτές οι φλεγμονές (π.χ. προστατίτιδα ή επιδιδυμίτιδα), ώστε ο ουρολόγος να διερευνήσει την αιτία και να συστήσει την κατάλληλη θεραπεία.